Όταν έχεις ενδείξεις όχι όμως αποδείξεις, δεν είσαι παράλογος ούτε κάνεις εικασίες. Εάν μπροστά στα μούτρα σου συμβαίνουν πράγματα που εσύ δεν θέλεις να τα δεις γιατί έχεις εμπιστοσύνη στον άνθρωπο σου, τότε τα αφήνεις και προχωράς. Γιατί, διαπιστώνεις ότι είναι απλά δικαιολογίες στο τέλος της ημέρας, γιατί ο άλλος που έχεις απέναντι σου δεν κάνει τίποτε να σου αποδείξει ότι έχεις λάθος.
Και τότε μπαίνουν περισσότερο οι αμφιβολίες μέσα σου και σε στοιχειώνουν, σε βασανίζουν…Και στο τέλος βαριέσαι τον ίδιο σου τον εαυτό να επαναλαμβάνεσαι να λες τα ίδια πράγματα και να παίρνεις την ίδια απάντηση. Παραλογίζεσαι και μπροστά στα μάτια σου να υπάρχουν ενδείξεις όχι όμως αποδείξεις. Και ο άλλος να θίγεται γιατί απλά ρωτάς και επιζητείς την αλήθεια. Και να φεύγει, να ανοίγει απλά την πόρτα γιατί εσύ δεν ζητούσες αποδείξεις απλά είπες αυτά που αισθάνεσαι. Ρώτησες, αλλά στο βάθος δεν περίμενες καμιά απάντηση, γιατί έμαθες να μην παραλογίζεσαι απλά υπήρχαν αυτές οι ενδείξεις. Ένα απλό, κάνεις λάθος θα αρκούσε πραγματικά αλλά επειδή ο άλλος δεν θέλει πλέον την συντροφιά σου απλά σου λέει ότι παραλογίζεσαι και κάνεις εικασίες. Και όμως, δεν έκανε τίποτε να αντιστρέψει τα πράγματα, τα άφησε έτσι γιατί πίστευε ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε το ίδιο, ότι μπορούμε να ζούμε μέσα στην αμφιβολία.
Και στο τέλος χαμένος σε αυτό το παράλογο παιχνίδι είναι αυτός που δεν έχει αποδείξεις, παρά μόνο ενδείξεις. Γίνεσαι κουραστικός και φορτικός να επαναλαμβάνεσαι, και η αυλαία πέφτει χωρίς πλέον σενάρια, εικασίες και παραλογισμούς, απλά με μια σιωπή που είναι εξίσου βασανιστική…