Η ΔΕΠ/Υ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που εμφανίζεται από την παιδική ηλικία και έχει αναγνωριστεί ως εκ γενετής. Στην Κύπρο, οι τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι περίπου το 7% των μαθητών διαγιγνώσκεται με ΔΕΠ/Υ.
Αν και η ΔΕΠ/Υ δεν μπορεί να θεραπευτεί, η κατανόηση της φύσης της και η εφαρμογή κατάλληλων στρατηγικών μπορούν να βοηθήσουν στην καλύτερη διαχείρισή της .Στην Κύπρο, οι τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι περίπου το 7% των μαθητών διαγιγνώσκεται με ΔΕΠ/Υ. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι σε άνοδο, γεγονός που υποδεικνύει την ανάγκη για αυξημένη ευαισθητοποίηση και καλύτερη διαχείριση της διαταραχής. Η έλλειψη πόρων και η περιορισμένη πρόσβαση σε ειδικευμένους επαγγελματίες για την αντιμετώπιση της ΔΕΠ/Υ είναι μερικοί από τους παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση των διαγνώσεων.
Η ΔΕΠ/Υ χαρακτηρίζεται από τρία κύρια συμπτώματα: έλλειψη προσοχής, υπερκινητικότητα και παρορμητικότητα. Τα παιδιά με ΔΕΠ/Υ δυσκολεύονται να διατηρήσουν την προσοχή τους σε δραστηριότητες, ειδικά όταν αυτές απαιτούν μακροχρόνια συγκέντρωση.
Συχνά, χάνουν τα πράγματά τους, ξεχνούν σημαντικές πληροφορίες και δεν ολοκληρώνουν εργασίες. Η υπερκινητικότητα εκδηλώνεται με συνεχές κίνηση και αδυναμία να παραμείνουν ήρεμοι. Η παρορμητικότητα τους κάνει να δρουν χωρίς να σκέφτονται τις συνέπειες των πράξεών τους, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα στις σχέσεις με τους άλλους.
Η ΔΕΠ/Υ είναι μια διαταραχή που απαιτεί ευαισθητοποίηση και κατανόηση από την κοινωνία.
Η ΔΕΠ/Υ έχει σημαντικές επιπτώσεις στην εκπαιδευτική πορεία των παιδιών. Τα παιδιά με ΔΕΠ/Υ συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη συγκέντρωση κατά τη διάρκεια των μαθημάτων, δυσκολεύονται να ακολουθήσουν οδηγίες και να οργανώσουν τη δουλειά τους. Αυτές οι δυσκολίες μπορούν να οδηγήσουν σε χαμηλές επιδόσεις και αίσθημα απογοήτευσης, με αποτέλεσμα αυτά τα παιδιά να είναι πιο επιρρεπή στην αποτυχία και στην απόρριψη από το εκπαιδευτικό σύστημα. Επιπλέον, η ανικανότητα τους να ακολουθήσουν τους κανόνες και να ολοκληρώσουν τις εργασίες μπορεί να προκαλέσει αντιπαραθέσεις με δασκάλους και συνομηλίκους, οδηγώντας σε κοινωνική απομόνωση.
Πολλοί είναι οι ενήλικες με ΔΕΠ/Υ όπου παραμένουν αδιάγνωστοι κατά την παιδική ηλικία, γεγονός που μπορεί να έχει μακροχρόνιες αρνητικές επιπτώσεις στη ζωή τους. Χωρίς κατάλληλη διάγνωση και παρέμβαση, οι ενήλικες με ΔΕΠ/Υ μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην επαγγελματική τους ζωή, σχέσεις και κοινωνικές αλληλεπιδράσεις. Τα προβλήματα συγκέντρωσης, ο χρόνος που χρειάζονται για να ολοκληρώσουν τα καθήκοντά τους και η δυσκολία τους να οργανώσουν τη ζωή τους μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την επαγγελματική τους πορεία και την προσωπική τους ευημερία.
Με την κατάλληλη υποστήριξη και τις σωστές στρατηγικές διαχείρισης, τα άτομα με ΔΕΠ/Υ μπορούν να ξεπεράσουν πολλές από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν και να επιτύχουν προσωπική και επαγγελματική επιτυχία.
Είναι κρίσιμο να προωθηθεί η έγκαιρη διάγνωση και η παροχή υποστήριξης σε παιδιά και ενήλικες με ΔΕΠ/Υ, προκειμένου να περιοριστούν οι αρνητικές επιπτώσεις στη ζωή τους. Η συνεργασία μεταξύ οικογενειών, σχολείων και επαγγελματιών υγείας μπορεί να δημιουργήσει ένα περιβάλλον που υποστηρίζει και ενθαρρύνει την ανάπτυξη των ατόμων με ΔΕΠ/Υ, βοηθώντας τους να ξεπεράσουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.
Η ευαισθητοποίηση και η εκπαίδευση των δασκάλων και των γονιών σχετικά με τη ΔΕΠ/Υ είναι επίσης κρίσιμες, ώστε να δημιουργηθεί ένα υποστηρικτικό και κατανοητό περιβάλλον για τα παιδιά με τη διαταραχή αυτή.