Η απόφαση του δικαστηρίου για τη Ρούλα Πισπιρίγκου επισφράγισε μια υπόθεση που συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία. Επέβαλε δις ισόβια κάθειρξη για τους θανάτους των δύο παιδιών της, της Ίριδας και της Μαλένας. Μια βαριά ποινή, αλλά για πολλούς, δίκαιη και αναμενόμενη.
Αυτή η υπόθεση δεν αποτελεί απλώς μια ακόμα εγκληματική ιστορία. Αντικατοπτρίζει την κοινωνία μας, τα συστήματά της και τις ελλείψεις τους. Αποδεικνύει ότι η δικαιοσύνη απέτυχε να δράσει εγκαίρως, ότι η ιατρική κοινότητα δεν έδωσε ξεκάθαρες απαντήσεις και ότι η κοινωνία δεν αναγνώρισε τα σημάδια πριν να είναι αργά. Τρία παιδιά έχασαν τη ζωή τους, και τώρα η κοινωνία αναζητά την κάθαρση στις δικαστικές αίθουσες.
Η ίδια συνεχίζει να ισχυρίζεται ότι είναι αθώα και δηλώνει πως θα προσφύγει σε ανώτερο δικαστήριο.
Το δικαστήριο, ακολουθώντας την εισαγγελική πρόταση, αντιμετώπισε μια μητέρα που περιγράφηκε ως ψυχρή και υπολογιστική. Υιοθέτησε πλήρως το αφήγημα της εμμονής, της τοξικής σχέσης με τον πρώην σύζυγό της και του εγωκεντρισμού. Οι δικαστές δεν της αναγνώρισαν κανένα ελαφρυντικό.

«Από την αρχή πίστευα σε μια δίκαιη δίκη. Θα συνεχίσω να λέω ότι αυτοί έκαναν λάθη στα δικά μου τα παιδιά. Εσείς όλοι θα γυρίσετε στα παιδιά σας, εγώ θα γυρίσω πάλι εδώ. Όταν κάνουμε εισαγγελικές προτάσεις οφείλουμε να είμαστε διαβασμένοι! Άμοιρες Ιφιγένειες να λέτε άλλους! Μη λέτε τίτλους για τηλεοράσεις! Η Ιφιγένεια δε θυσιάστηκε! Την πήγε ο πατέρας και θυσιάστηκε. Πριν φύγει ο αείμνηστος Κούγιας μου είπε ότι τα “νομίζω, εικάζω” δεν ακούγονται στα δικαστήρια και όλη η εισαγγελική σας πρόταση ήταν αυτές οι λέξεις!».

Η δικαστική διαδικασία μπορεί να έδωσε μια νομική λύση, αλλά η ηθική και κοινωνική διάσταση της υπόθεσης θα μας απασχολεί για χρόνια. Το ζήτημα δεν είναι μόνο αν η Ρούλα Πισπιρίγκου θα περάσει την υπόλοιπη ζωή της στη φυλακή, αλλά αν εμείς, ως κοινωνία, έχουμε μάθει κάτι από αυτή την υπόθεση. Και αν μπορούμε να αποτρέψουμε την επόμενη τραγωδία, πριν να είναι αργά.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: