Μιλώντας στην ΕΡΤ και την εκπομπή «Συνδέσεις» με τον Κώστα Παπαχλιμίντζο και τη Χριστίνα Βίδου, ο κ. Τσουρίδης ήταν φανερά συγκλονισμένος, έβαλε τα κλάματα και η φωνή του έσπασε τη στιγμή που έλεγε συλλυπητήρια στις οικογένειες των 46 θυμάτων.
Ο κ. Τσουρίδης ερωτηθείς για τα αίτια του δυστυχήματος είπε πως ο σταθμάρχης έκανε λάθος, ωστόσο τόνισε πως δεν γίνεται ένα ανθρώπινο λάθος να φέρνει μαζί του δεκάδες νεκρούς και τραυματίες. Όπως είπε, αν υπήρχε δικλείδα ασφαλείας με την τηλεδιοίκηση στο σημείο της σύγκρουσης, δεν θα θρηνούσαμε τώρα θύματα.«Πάντα όταν γίνεται ένα σιδηροδρομικό ατύχημα αυτοί που την πληρώνουν είναι οι “μπροστινοί”. Χάσαμε τέσσερις συναδέλφους μηχανοδηγούς γιατί δεν υπάρχουν μέτρα ασφαλείας. Ο σταθμάρχης έκανε ένα λάθος. Το αναγνώρισε ο ίδιος. Φαινόταν από την αρχή ότι είναι ανθρώπινο λάθος, αλλά δεν πρέπει να υπάρχει μια δικλείδα ασφαλείας να το καλύψει;», διερωτήθηκε ο εκπαιδευτής μηχανοδηγών, με εμπειρία 37 ετών στους ελληνικούς σιδηροδρόμους.
Μιλώντας για τη «δικλείδα ασφαλείας» που σε αυτή την περίπτωση διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη μη αποτροπή του δυστυχήματος, δήλωσε ότι είναι το σύστημα των φωτοσημάτων.
«Ο κάθε σταθμάρχης και ο κάθε μηχανοδηγός έκανε ένα σφάλμα. Αυτό το σφάλμα πρέπει από πίσω του να σέρνει νεκρούς; Από το ’95 και μετά αγωνίζεται ο ΟΣΕ και όλοι οι συνάδελφοι να μπορέσουμε να βάλουμε αυτό το σύστημα που λέγεται τηλεδιοίκηση. Ποτέ δεν τα καταφέραμε. Υπάρχει σε ένα τμήμα μικρό από την Τιθορέα μέχρι τον Δομοκό», επισήμανε ο κ. Τσουρίδης.Κάνοντας λόγο για συντεχνίες, ο συνταξιούχος μηχανικός κατήγγειλε τη στάση των εργολάβων στη διασπάθιση του έργου και την κωλυσιεργία μέσω της δικαστικής οδού που οδήγησαν στο να μην είναι εξοπλισμένα τα τρένα στην Ελλάδα με φωτοσήματα και τηλεδιοίκηση και να μη λειτουργούν το 2023 τα συστήματα μεταξύ τους.
Αναφερόμενος στον σταθμάρχη που δεν είχε μεγάλη πείρα και στον οποίο «θα ρίξουν όλα τα βάρη επάνω», όπως είπε χαρακτηριστικά, ο κ. Τσουρίδης τόνισε: «Ήταν εκπαιδευμένος πράγματι, αλλά ήταν άπειρος. Δεν έπρεπε να τον είχαν βάλει σε έναν κεντρικό σταθμό όπως η Λάρισα μόνο του να κάνει κυκλοφορία».Όπως είπε, ο σταθμάρχης που έχει παραδεχθεί το μοιραίο λάθος του ήταν μόνο έναν μήνα στο συγκεκριμένο πόστο. «Όταν κάνουμε κυκλοφορία δεν βάζουμε έναν άπειρο άνθρωπο, γιατί όλη η κυκλοφορία και η ευστροφία που έχει κάποιος άνθρωπος όταν κάνει την κυκλοφορία βασίζονται στην πείρα. Δεν μπορείς να βάλεις έναν άνθρωπο τριάντα ημερών, που (μόλις) έχει τελειώσει την εκπαίδευσή του και έχει αναλάβει. Δεν το διακινδυνεύεις αυτό».
«Το ήξερε και έκανε λάθος. Από την πίεση, από την απειρία, από οτιδήποτε έκανε αυτό το βασικό λάθος», πρόσθεσε ο εκπαιδευτής μηχανοδηγών, επισημαίνοντας τη σημασία τού να υπάρχει δεύτερο έμπειρο άτομο στη βάρδια. Από το 2000 αγωνίζεται ο έρημος ο ΟΣΕ να βάλουμε αυτό που λέγεται τηλεδιοίκηση. Υπάρχει μόνο στην Τιθορέα μέχρι τον Δομοκό.Φταίνε οι συντεχνίες και οι εργολάβοι. Όποιος δεν έπαιρνε έργο πήγαινε στα δικαστήρια και τα συστήματα δεν ήταν συμβατά μεταξύ τους».
«Ο σιδηρόδρομος λειτουργεί επειδή τα σέρνουν οι μηχανοδηγοί, είναι καλά εκπαιδευμένοι Επειδή άκουσα και για τον φουκαρά σταθμάρχη, ήταν εκπαιδευμένος αλλά ήταν άπειρος. Δεν έπρεπε να τον βάλουν σε έναν μεγάλο σταθμό όπως της Λάρισας μόνο του. Δεν μπορείς να βάλεις έναν άνθρωπο 30 ημερών, δεν το διακινδυνεύεις αυτό το πράγμα. Μάλιστα όπως επεσήμανε, αν τα δύο τρένα συναντιούνταν στο τμήμα της Τιθορέας δεν θα είχε συμβεί το ατύχημα. Από την πίεση, την απειρία, έκανε το βασικό λάθος, να βάλει την εμπορική αμαξοστοιχία στη γραμμή καθόδου. Έπρεπε να έχει και δεύτερο άνθρωπο στη βάρδια. Θα συνεννοούνταν μεταξύ τους και θα ελέγχανε. Αν όλοι αυτοί που μας έχουν κυβερνήσει είχαν λίγο φιλότιμο θα μαζεύονταν όλοι μαζί να πάνε στον Ντογιάκο να τους βάλει μέσα μετά τον σταθμάρχη»
Ερωτώμενος για πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί η σύγκρουση της αμαξοστοιχίας Intercity της Hellenic Train με την εμπορική, στο τμήμα όπου λειτουργεί η τηλεδιοίκηση, τότε το σιδηροδρομικό δυστύχημα θα είχε αποφευχθεί. «Εάν αυτό το σύστημα υπήρχε μεταξύ της Λάρισας και της Κατερίνης, Νέων Πόρων μέχρι τη Θεσσαλονίκη, από τη στιγμή που έφυγε η αμαξοστοιχία και μπήκε στη γραμμή καθόδου όπου ερχόταν το άλλο τρένο από τη Θεσσαλονίκη, οι μηχανοδηγοί στον πρώτο σηματοδότη θα έβλεπαν τα κόκκινα, οπότε ήταν αναγκασμένοι και οι δύο να σταματήσουν. Δεν θα γινόταν τίποτα».