Απορεί κανείς, κι όχι άδικα. Μια ομάδα εθελοντών, μερακλήδες, με μεράκι και ψυχή, έστησαν μέσα σε μια νύχτα εφαρμογή που ειδοποιεί τους πολίτες πού υπάρχει φωτιά, σε συνεννόηση με τις αρμόδιες υπηρεσίες. Κι εμείς εδώ, στην Κύπρο του 2025, ακόμη παλεύουμε να λειτουργήσει σωστά το 112.
ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΕΛΕΚΑΝΟΥ
Πόσο δύσκολο είναι τελικά; Δεν είμαστε όλοι ειδικοί στην τεχνολογία, αλλά όταν βλέπεις παιδιά να φτιάχνουν εφαρμογές με ξενύχτια και ένα ποτό δίπλα στο laptop, αρχίζεις και αναρωτιέσαι γιατί οι κρατικές δομές χρειάζονται χρόνια και κονδύλια επί κονδυλίων για κάτι που θα έπρεπε να είναι αυτονόητο. Η καμπάνα στο χωριό χτυπά πιο γρήγορα από τις ειδοποιήσεις των συστημάτων μας, την ώρα που ο καπνός έχει ήδη φτάσει στα σπίτια. Κι εμείς, πολίτες που πληρώνουμε φόρους, μένουμε να ρωτάμε: Σε ποια ευρωπαϊκή χώρα ζούμε τελικά; Πόσες ακόμα φωτιές, πλημμύρες και «εκκενώσεις με το αυτοκίνητο» θα χρειαστούν για να καταλάβουμε ότι ο χρόνος είναι κυριολεκτικά ζωή;

Δεν τα βάζουμε με την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά με όλες όσες πέρασαν και δεν έστησαν τις σωστές υποδομές στην ώρα τους. Γιατί όταν εμείς, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι, αργήσουμε να κάνουμε τη δουλειά μας, μας επιπλήττουν, μας προσβάλλουν, μας μειώνουν. Όταν όμως το κράτος καθυστερεί, το πληρώνουν οι πολίτες με την ασφάλειά τους.

Το να ειδοποιούνται οι πολίτες την ώρα που πρέπει δεν είναι πολυτέλεια. Είναι δικαίωμα. Και το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να περιμένει, ούτε να χάνεται στα γρανάζια της γραφειοκρατίας και της αδιαφορίας. Εάν μια ομάδα εθελοντών μπόρεσε σε μια νύχτα να φτιάξει εργαλείο ζωής, είναι καιρός το κράτος να ξυπνήσει από τον λήθαργο και να βάλει το 112 να χτυπά πιο δυνατά από την καμπάνα. Γιατί ναι, θέλουμε να παραμείνουμε παραδοσιακοί στα ήθη μας, αλλά όχι να ζούμε σε εποχές που ενημερωνόμαστε για πυρκαγιές με το στόμα ή με τον ήχο της καμπάνας, όταν το κινητό μας μπορεί να χτυπήσει άμεσα και να σώσει ζωές.

Η ασφάλεια δεν μπορεί να περιμένει. Το 112 έπρεπε να λειτουργεί χθες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: