Χρόνια τώρα στην δημοσιογραφική πιάτσα ο Τάκης Κουνναφής άφησε με το δικό του μοναδικό τρόπο, το στίγμα του. Αυστηρός, ευφυής, καυστικός αλλά και οξύθυμος δεν άφηνε να πέσει τίποτε κάτω και δεν δίσταζε να συγκρουστεί με τον οποιονδήποτε. Όλη του, η ζωή μετά την οικογένεια του, ήταν η δημοσιογραφία που την υπηρέτησε μέχρι το τέλος της αφυπηρέτησής του ενώ ήταν για κάποιο διάστημα μετά ενεργά στο χώρο, αρθρογραφώντας στο Φιλελεύθερο όπου και ολοκλήρωσε την δημοσιογραφική του καριέρα. Ιστορίες αμέτρητες που αφορούν το πρόσωπο του στα δημοσιογραφικά γραφεία και ιστορίες που άλλοτε «ενόχλησαν» αλλά και ιστορίες πώς «έμαθε» κάποιους να υπηρετούν το δημοσιογραφικό λειτούργημα…
ΑΡΙΣΤΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
«Όταν αναλάμβανα τη δουλειά μου στον «Φιλελεύθερο», το 2006, υπήρχε ένα δέος γύρω από το όνομα Τάκης Κουνναφής. Κουβαλούσε ιστορία και εκτόπισμα, που θα μπορούσε να μου τα ρίξει στο κεφάλι και να με αφήσει σέκο. Με συμβούλευαν κιόλας, καλοθελητές: «Πού πας, ο Κουνναφής θα σε φάει, δεν θα σε αφήσει να σηκώσεις κεφάλι».Ο Κουνναφής, όμως, ήταν ο άνθρωπος που με υποδέχτηκε με ανοικτές αγκάλες. Ντόμπρος, με πεντακάθαρο βλέμμα, με συμβουλές για το κάθε τι, χωρίς υστεροβουλίες και σκοπιμότητες (συνηθίζονται σ΄ αυτή τη δουλειά), να με ενημερώνει για τον κάθε συνεργάτη μας, τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του, ακόμα και τις ιδιοτροπίες του, ώστε να μπορέσω να δουλέψω.Δεν είχε ανάγκη να αποδείξει τίποτε και σε κανέναν. Γνήσιος δάσκαλος της δημοσιογραφίας, αγνός άνθρωπος, ανοιχτόκαρδος φίλος. Αγαπούσε με πάθος τη δουλειά μας, και έδειχνε απεριόριστο σεβασμό σε όποιον μπορούσε να τον ακολουθήσει στη συχνά βάρβαρη δουλειά της εφημερίδας.Ο Τάκης, ήταν ένα θηρίο της δημοσιογραφίας, ακούραστος, χαλκέντερος και η παρουσία του είχε το βάρος της ιστορίας και της προσωπικότητας του, δεν χρειαζόταν να το δείχνει, φαινόταν από μακριά. Τέτοιοι άνθρωποι δεν ξεχνιούνται ποτέ. Καλό ταξίδι, “ρε μεγάλε”.* Στη φωτογραφία: Δέος να είσαι ανάμεσα σε ανθρώπους που έζησαν τα σκοτεινά χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας από την πρώτη γραμμή. Οι ιστορίες που έχουν να πουν μοναδικές. Εδώ, ο Σέρτης (Γιώργος Ξενοφώντος) κάτι θυμήθηκε να αφηγηθεί, ο υποφαινόμενος, ο Σπύρος Κέττηρος, ο Τάκης Κουνναφής και ο Χρύσανθος Χρυσάνθου. Μακάρι να είχαν τη δυνατότητα όλοι οι νεώτεροι δημοσιογράφοι (και οι πολιτικοί) να ακούσουν όσα έζησαν αυτοί, θα μάθαιναν πολλά».
ΣΠΥΡΟΣ ΚΕΤΤΗΡΟΣ
Αναδημοσιεύοντας το άρθρο και την φωτογραφία που ανάρτησε ο Άριστος Μιχαηλίδης αποτύπωσε σε πέντε γραμμές τα συναισθήματα του.
«ΤΑΚΗΣ ΚΟΥΝΝΑΦΗΣ: ΕΦΥΓΕ Ο ΑΚΡΙΒΟΣ ΦΙΛΟΣ»
ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
Ο δημοσιογράφος με άρθρο του, στο Φιλελεύθερο αποχαιρετά τον Τάκη Κουνναφή
«Αποχαιρετώντας τον Τάκη, έναν δάσκαλο και φίλο
Τα κακά μαντάτα σε βρίσκουν όπου και να βρίσκεσαι. Έφυγε ο Τάκης Κουναφής. Ο Τάκης δεν ήταν ο προϊστάμενος αρχισυντάκτης. Ήταν δάσκαλος και φίλος. Ήταν οικογένεια, καθώς ζούσαμε στην εφημερίδα περισσότερες ώρες παρά στο σπίτι μας. Δούλευε ατέλειωτες ώρες. Δεν παραπονιόταν ποτέ, αλλά έλεγε πάντα στους νεότερους να μην ακολουθήσουν την πορεία του. Να μη μένουν κι αυτοί «κολλημένοι» στο γραφείο, στην εφημερίδα. Δεν μετάνιωνε για τις ώρες που έβαζε καθημερινά για να κυκλοφορήσει το φύλλο. Το έβλεπε κανείς στο κουρασμένο πρόσωπο του, την επόμενη ημέρα, όταν κρατούσε στα χέρια του την εφημερίδα. Στεναχωριόταν όταν χάναμε κάποια είδηση, αλλά πάντοτε στήριζε τους συντάκτες της εφημερίδας, τους οποίους θεωρούσε δικά του παιδιά. Ο Τάκης ήταν εκφραστής της… παλιάς δημοσιογραφίας, στην οποία επέμενε γιατί θεωρούσε πως ο ρόλος των ΜΜΕ ήταν και είναι η πλήρης ενημέρωση. Να δημοσιεύονται, δηλαδή, όλες οι ειδήσεις. Και σε αυτό επέμεινε όσο ήταν στη μάχιμη δημοσιογραφία. Και το τελευταίο μονόστηλο, έλεγε, ενδιαφέρει τον καθένα μας… Ήταν αυτό που λέμε στη δημοσιογραφία «εφημεριδάς». Δεν προσαρμόσθηκε στη νέα τεχνολογία, αλλά αυτό δεν τον είχε ποτέ σταματήσει να γράφει, να εργάζεται. Έγραφε στο δημοσιογραφικό χαρτί, με μπλε και κόκκινο στυλό (για διορθώσεις, παρατηρήσεις).
Για εμάς στον «Φιλελεύθερο», ο Τάκης ήταν ταυτισμένος με την εφημερίδα, ήταν για δεκαετίες ο άνθρωπος που ξεκινούσε καθημερινά από το πρωί και έφθανε μέχρι τα μεσάνυκτα, σε εκείνο το γραφείο του έβδομου ορόφου, που παρακολουθούσε τα πάντα μέχρι να σταλεί το φύλλο στο τυπογραφείο. Άκουγε δελτία ειδήσεων από το πρωί μέχρι το βράδυ, σημείωνε, μοίραζε τα θέματα. Στο γραφείο του απλωμένα τα πλάνα με τις σελίδες, σημειώσεις, έγγραφα, ενώ το τσιγάρο δεν έσβηνε ποτέ. Την ώρα της δουλειάς είχε ένταση, τη συντηρούσε για να κρατάει όλους στην πρίζα, αλλά αυτή τελείωνε όταν και το τελευταίο μονόστηλο έβρισκε τη θέση του. Διάβαζε ξανά και ξανά τα κείμενα των συντακτών, έκανε παρατηρήσεις ενώ δεν απέφευγε να τους «πειράξει» όταν θα άλλαζε τους τίτλους των κειμένων τους.
Δούλεψα μαζί του αρχικά στα ΝΕΑ, ενώ η πρώτη γνωριμία έγινε όταν έκανα την πτυχιακή μου και του είχα πάρει συνέντευξη. Αργότερα, τη δεκαετία του ΄90, «συναντηθήκαμε» στο «Φιλελεύθερο». Δίπλα στον Τάκη Κουνναφή μάθαινες πολλά. Στη δουλειά του απόλυτος και αυστηρός, αλλά την ίδια ώρα άκουγε τους συντάκτες, που γνώριζαν τα θέματα. Και τους στήριζε, με κάθε τρόπο. Μέσα από τη δουλειά του έζησε σημαντικές πτυχές της ιστορίας της Κύπρου. Γνώρισε προσωπικότητες του τόπου και συχνά εξιστορούσε στους νεότερους. Όταν ο χρόνος το επέτρεπε και τον ρωτούσαμε οι νεότεροι, ξεκινούσε να αναφέρεται σε ιστορικά γεγονότα, που δεν ήταν γνωστά. Έλεγε πολλά και ενδιαφέροντα, τα όσα διαδραματίζονταν πίσω από κλειστές πόρτες. Αυτή η γενιά των δημοσιογράφων κουβαλούσε πάντα τα πέτρινα χρόνια της πατρίδας, τα οποία και χαρακτήριζαν την πορεία τους.
Ο Τάκης ακόμη κι όταν συνταξιοδοτήθηκε, συνέχισε να γράφει ανελλιπώς στο κυριακάτικο φύλλο. Ερχόταν και έφερνε τα χειρόγραφα του κάθε Παρασκευή πρωί. Περνούσε από τα γραφεία, μιλούσε με τους συντάκτες. Την τελευταία περίοδο, η κατάσταση της υγείας του δεν του επέτρεπε να συνεχίσει να γράφει. Όσο μπορούσε επικοινωνούσε τηλεφωνικά με τους δημοσιογράφους. Τα τελευταία χρόνια τα έζησε κοντά στην οικογένειά του, την οποία στερήθηκε, απολαμβάνοντας την ευτυχία που του πρόσφεραν τα εγγονάκια του και η ενασχόλησή του με τη γη. Ήταν χρόνια στο δημοσιογραφικό κουρμπέτι και γνώριζε τη δύναμη των ΜΜΕ. Ήθελε να τη μεταδώσει στους νεότερους, για να αποφεύγουν το λάθος να ταυτίζονται με τις εκάστοτε εξουσίες. Γι΄ αυτό και έλεγε συχνά: «Οι Πρόεδροι, οι υπουργοί, οι βουλευτές, έρχονται και φεύγουν, οι δημοσιογράφοι μένουν. Αυτό να το έχετε υπόψη σας». Καλό ταξίδι Τάκη».
ΦΡΙΞΟΣ ΔΑΛΙΤΗΣ
«Οι Κυβερνήσεις πέφτουνε, οι δημοσιογράφοι μένουν»
Ο Τάκης Κουνναφής, ήταν ο άνθρωπος που με προσέλαβε στον «Φ». «Να έρθεις να σε δοκιμάσουμε», μου είχε πει. Από τότε ξεκίνησε το ταξίδι. Πίστεψε σε μένα, με στήριξε. Στάθηκε πολλές φορές επικριτικά απέναντι μου. Με αυστηρότητα. Ήταν και πολλές φορές επαινετικός. Έτσι ήταν ο Κουνναφής. Αυστηρός, οξύθυμος πολλές φορές, αθυρόστομος, αλλά πρακτικός και υποστηρικτικός όσες φορές χρειάστηκε. Παλιάς κοπής δημοσιογράφος. «Μυριζόταν» την είδηση. Ήξερε από πρώτο χέρι το ρεπορτάζ του δρόμου. Και όλα αυτά ήταν οι παρακαταθήκες του σε όσους είχαν την ευκαιρία να δουλέψουν μαζί του. Πάντα έλεγε: «Οι Κυβερνήσεις πέφτουνε, οι δημοσιογράφοι μένουν». Παρακολουθούσε τα πάντα και ήξερε όλη την ειδησεογραφκή ατζέντα της ημέρας. Δεν δεχόταν να πάρει ρεπορτάζ από τα χέρια σου, εάν δεν ήταν όπως θεωρούσε πώς έπρεπε να ήταν. Ήξερε όμως πάντα να σε καθοδηγήσει για το πώς έπρεπε να κινηθείς και το πώς έπρεπε να γραφτεί μια είδηση, που έπρεπε να πας, με ποιους έπρεπε να μιλήσεις. «Χέστους ρε Φρίξο», μου απαντούσε άμα του έλεγα για τυχόν παραπονούμενους από μια είδηση,. «Εμείς είμαστε δημοσιογράφοι, κάμνουμε τη δουλειά μας». Την τελευταία φορά που τον είδα με χαιρέτησε και μου είπε: «Διαβάζω σε. Πάεις καλά. Συνέχισε». Και ήταν για μένα αυτά τα λόγια, μια μεγάλη επιβράβευση από ένα «τεράστιο» άνθρωπο της δημοσιογραφίας. Καλό ταξίδι Τάκη Κουνναφή!
EYAΓΓΕΛΙΑ ΣΙΖΟΠΟΥΛΟΥ
«Αγαπημένε μου κύριε Τάκη! Συναγωνιστή και διευθυντή μου. Καλό ταξίδι να έχει η ψυχή σου στο Φως. Μας έχεις αφήσει τόσα να θυμόμαστε από εσένα στον Φιλελεύθερο. Ατάκες, κουβέντες, ακόμα και τον τρόπο γραφής σου που κάθε φορά που μου έδινες πλάνο σελίδας σε πείραζα για τα W και τα 2 σου. “Αμάν κύριε Τάκη, πώς τα γράφεις έτσι?”!! Συζητήσεις για τις ομάδες, το κόμμα, γέλια, εκρήξεις, μπάσα φωνή. Ο χώρος έγινε μικρότερος…!»
ΠΑΝΙΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
«Έφυγε ο Τάκης
Ένας καλός συνάδελφος, ένας φίλος, ο Τάκης Κουνναφής δεν είναι μαζί μας. Ο Τάκης, ένας εμβληματικός δημοσιογράφος, απεβίωσε σήμερα Τρίτη το πρωί σε ηλικία 77 ετών. Είχα την τιμή να εργαστώ και να συνεργαστώ με τον Κουνναφή για σχεδόν 20 χρόνια. Ως αρθρογράφος άφησε το στίγμα του με την αιχμηρή του πέννα και ως αρχισυντάκτης χάραξε δρόμους στην κυπριακή δημοσιογραφία και γενικότερα στον Ελληνοκυπριακό Τύπο. Στα 20 τόσα χρόνια που πορευτήκαμε μαζί είχαμε συγκρουστεί πολλές φορές και είχαμε διαφορετικές απόψεις για πολλά θέματα, κυρίως σε ότι αφορά το κυπριακό πρόβλημα. Ένα πράγμα όμως ήταν πάνω και πέραν από όλα: η ελευθερία του Τύπου και το δικαίωμα του δημοσιογράφου να γράφει ελεύθερα την άποψή του. Αυτό για τον Τάκη ήταν αδιαπραγμάτευτο. Το πιο σημαντικό όμως απ’ όλα ήταν αυτό που έμεινε μεταξύ μας: ο σεβασμός και η εκτίμηση. Κι αυτό δεν το αλλάζει ούτε ο χρόνος, ούτε το πεπρωμένο. Τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια στην Κικούλα και στα παιδιά του Νικόλα και Μαργαρίτα. Καλό σου ταξίδι φίλε»
ΛΕΝΑ ΤΣΟΥΚΑΛΑ
«Τα λόγια φτωχά για να περιγράψουν τη ΜΕΓΑΛΟΣΥΝΗ αυτού του μοναδικού ανθρώπου που είχα την τύχη να βρεθώ στην ομάδα του, από το μετερίζι της εφημερίδας “Ο Φιλελεύθερος”…Δυστυχώς από σήμερα γίνεται ακόμα φτωχότερη η δημοσιογραφία στην Κύπρο Καλό σου ταξίδι στο φως Τάκη Κουναφή, μεγάλε μας ΔΑΣΚΑΛΕ. Τα ειλικρινή συλλυπητήρια μου στην οικογένεια του».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΙΒΑΣ
«ΤΑΚΗΣ ΚΟΥΝΝΑΦΗΣ – Ο πρώτος μου αρχισυντάκτης. Στα ΝΕΑ εκεί δίπλα στο εργοστάσιο των cravenA στην Έγκωμη. Πόσα ξενύχτια , πόσες αγωνίες για το κύριο θέμα. Μόνο ο Τάκης δεν είχε άγχος… «η νύχτα πίσκοπον γεννά» μας έλεγε κάθε που αργούσε το πρωτοσέλιδο… Έφυγε ψες στα 77. Καλοτάξιδος αρχηγέ…»
ΜΥΡΤΩ ΖΟΥΜΙΔΟΥ
«Να γράφεις κόρη κορού. Έτσι εν να μάθεις…” μόνο τούτο θυμάμαι κύριε Τάκη που σένα και τούτο μπορώ να κρατήσω, αφού σε γνώρισα τυχαία και εκτός δουλειάς πλέον. Αλλά με την χαρά σου ότι υπάρχουν άνθρωποι που συνεχίζουν στο επάγγελμα. Δεν σε πρόλαβα εδώ στον Φιλελεύθερο. Άλλη γενιά. Άλλη κοπή δημοσιογράφων…»
ΒΑΣΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
|«Αν η δημοσιογραφία ήταν ταινία και οι δημοσιογράφοι μοϊκανοί, ο Κουνναφής θα ήταν ο τελευταίος. Τα μεσάνυχτα της Δευτέρας διέπλευσε την Αχερουσία. Σε τέτοιες περιπτώσεις γράφονται πολλά και ίσως λόγω συγκίνησης, σεβασμού και για άλλους λόγους, στρογγυλεύονται οι γωνίες και εξιδανικεύονται όλα. Βεβαίως, όσοι γνώρισαν τον Τάκη Κουνναφή, ξέρουν πως θα θύμωνε για κάποιες από τις υπερβολές μας. Δεν το πιστεύω ότι σήμερα ψάχναμε φωτογραφία του στην εφημερίδα και δεν βρίσκαμε. Διότι ο Κουνναφής θεωρούσε χάσιμο χρόνου να ποζάρει κάποιος για φωτογραφίες. Τελικά βρήκαμε κάποιες που τραβήχτηκαν για σκοπούς συνέντευξης που έδωσε παλαιότερα και κάποιες που τον φωτογραφίσαμε χωρίς να το γνωρίζει. Ήταν και του λιμανιού και του σαλονιού. Ήταν της δουλειάς. Ώρες ατελείωτες. Είχα μιλήσει μαζί του σχετικά πρόσφατα. Από αυτά που μου είπε συγκλονίστηκα. Με τον Τάκη συζητήσαμε πολλές φορές και έντονα μάλιστα στο πλαίσιο της δουλειάς. Και ήπιαμε και τα ποτά μας και κάναμε και τα αστεία μας και συνεργαστήκαμε. Και όποιος θεωρεί πως η δημοσιογραφία επιβάλει να συμπεριφέρεσαι ωσάν να βρίσκεσαι σε δεξίωση στον προεδρικό «με το σεις και με το σας», πλανάται πλάνην οικτράν».Πάνω από όλα ήταν δάσκαλος. Και γι αυτό θα τον θυμάμα黨.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
«Μα πόθθεν ήρτες γιε μου εσού» που την Τεμπριά κύριε, απάντησα κοκαλωμένος μπροστά του «άρεσε μου η φωτογραφία σου τζιαι αύριο εν να μπει στον φιλελεύθερο…» μου είπε. Η χαρά μου απερίγραπτη… Ήταν Μάρτιος του 1997 όταν τρεμάμενος τόλμησα και μπήκα για πρώτη φορά στα γραφεία του Φιλελεύθερου κρατώντας μερικές φωτογραφίες από την εκδήλωση των μητέρων των αγνοουμένων στο οδόφραγμα του Λήδρα Πάλας στην Λευκωσία… Αγαπητέ μου κύριε Κουνναφή. Το ευχαριστώ, αν και δεν ήθελες να το ακούς, σου το είπα ουκ ολίγες φορές όσο ζούσες. Θα σου το πω και τώρα που ξεκίνησες για το αιώνιο ταξίδι…Ευχαριστώ Κύριε Κουνναφή… Είσαι ο άνθρωπος που πίστεψες σε μένα και με εμπιστεύτηκες δίδοντας μου τις πρώτες μου δουλειές στον Phileleftheros (Ό Φιλελεύθερος). Τι να πρώτο θυμηθώ και τι να ξεχάσω…και στις καλές σου και στις κακές σου ήσουν Κύριος. Δεν με μείωσες ποτέ, αντιθέτως, ακόμη και όταν δεν σου έφερνα τις φωτογραφίες που ήθελες και όπως τις ήθελες, αντί να με στήσεις στον τοίχο, με συμβούλευες για να βελτιωθώ… Είναι τόσα πολλά αυτά που έμαθα κοντά σου που θα μπορούσα να γράφω συνέχεια… κάτι που δεν θα ήθελες και θα μου «θύμωνες»… Κύριε Κουνναφή κλαίω και υποκλίνομαι… δεν θα σε ξεχάσω ποτέ Κύριε…».
Η κηδεία του Τάκη Κουνναφή θα τελεσθεί αύριο Πέμπτη 4 Αυγούστου στις 15.00 από την εκκλησία Αγίου Δημητρίου στην Ακρόπολη, στη Λευκωσία.