Για τις επιπτώσεις των φονικών σεισμών στην Αντιόχεια ή Αντάκεια, όπως ονομάζεται σήμερα, γράφουν σε εκτενές ρεπορτάζ τους οι New York Times.
«Ξάπλωσαν όπου μπορούσαν: σε γωνίες δρόμων χωρίς φως, σε μικρά πάρκα με γρασίδι, δίπλα σε ένα δημοτικό σχολείο και σε μία βουνοπλαγιά, κάτω από μία από τις πρώτες χριστιανικές εκκλησίες του κόσμου», γράφουν οι Βίβιαν Λι και Νιμέτ Κιράτς στο γνωστό αμερικάνικο Μέσο, αναφερόμενοι στους σεισμόπληκτους.
Στην Αντιόχεια, την αρχαία πρωτεύουσα της επαρχίας Χατάι, την περιοχή που επλήγη περισσότερο από τον χειρότερο σεισμό στην Τουρκία εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, χιλιάδες άνθρωποι παλεύουν να κατανοήσουν τι είναι αυτό που ανέτρεψε τη ζωή τους και άφησε πολλούς χωρίς σπίτι, χωρίς περιουσία, χωρίς αναμνήσεις και, κάποιους, χωρίς μέλλον.
Πολλοί αγωνίζονταν για να περάσουν άλλη μια νύχτα. Τα αυτοκίνητα ήταν κρύα για να κοιμηθούν και πολύ μικρά για να χωρέσουν τις περισσότερες οικογένειες. Αλλά μπορούσαν να είναι πιο ζεστά από τις σκηνές, οι οποίες ήταν απλώς ένας λεπτός μουσαμάς που κάλυπτε την πλήρη καταστροφή των ανθρώπων που βρίσκονταν μέσα, γράφουν χαρακτηριστικά οι ΝΥΤ. Ωστόσο, και οι δύο επιλογές ήταν προτιμότερες από ένα πανί που είχαν στη διάθεσή τους άλλοι, το οποίοι τοποθέτησαν σε μια στάση λεωφορείου ή στύλους για να προστατευτούν από το κρύο.
Στη συνέχεια, οι NYT μεταφέρουν παράπονα των σεισμόπληκτων για την απουσία επαρκούς βοήθειας και την αργοπορημένη αντίδραση των Αρχών στην Τουρκία. «Θα πεθάνουμε στις καρέκλες μας, ενώ περιμένουμε τις σκηνές εκστρατείας», δήλωσε η Σαμπριγέ Καραογλάν, ενώ καθόταν σε μια καρέκλα και ήταν τυλιγμένη με μια λεπτή κουβέρτα.
Πηγή:in.gr