Μετά από δεκαεφτά χρόνια ταλαιπωρίας, πόνου και ψυχικής φθοράς η δημοσιογράφος, Ευδοκία Λοϊζου δικαιώθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Το θέμα είχε απασχολήσει τα Μέσα Ενημέρωσης λόγω της κατάστασης που βίωνε η δημοσιογράφος για αρκετά χρόνια.
Το θέμα αποκάλυψε η εφημερίδα “Φιλελεύθερος” αναφέροντας ότι η Ευδοκία Λοϊζου υπέστη μεγάλο πόνο και ταλαιπωρία για μεγάλη χρονική διάρκεια ως συνέπεια την ποιότητα της ζωής της, την προσωπικότητα της, την καριέρα της επιβάλλοντας της περιορισμούς και απαγορεύσεις στην καθημερινότητα της.
Το ημικρατικό κανάλι καλείται να πληρώσει προς την Ευδοκία Λοϊζου, ειδικές και γενικές αποζημιώσεις που φθάνουν τις 925.000 ευρώ πλέον οι τόκοι και τα δικηγορικά έξοδα. Από τα ευρήματα του δικαστηρίου είναι σαφές ότι η Ευδοκία Λοΐζου «έχει καταφέρει να αποδείξει την απαραίτητη αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της ασθένειας της και των κακών συνθηκών εργασίας της στο ΡΙΚ». Επίσης αποτελεί εύρημα του δικαστηρίου ότι η αρμόδια κυπριακή Αρχή για αναγνώριση επαγγελματικών ασθενειών στην Κύπρο είναι το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας και όπως έχει αποδειχθεί ο γιατρός εργασίας δρ Αθανάσιος Αθανασίου εντός των καθηκόντων του έχει αναγνωρίσει ως επαγγελματική την ασθένεια της ενάγουσας από το 2012 βάση των ευρωπαϊκών νομοθεσιών και οδηγιών περί της ασφάλειας και υγείας στην εργασία και ουδέποτε το ΡΙΚ αμφισβήτησε δικαστικώς την απόφαση αυτή.
Το ΡΙΚ κατέληξε 13 χρόνια μετά την απόφαση του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας, να αρνείται το αποτέλεσμα της απόφασης του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας ενώπιον του δικαστηρίου. Στη δίκη εκ μέρους της μέρους της Ευδοκίας και του δικηγόρου της Μιχάλη Βορκά, έχουν καταθέσει 18 μάρτυρες εκ των οποίων κάποιοι είναι γιατροί και τέσσερις λειτουργοί του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας.
Για την απόδειξη της υπόθεσης της στο δικαστήριο ήρθαν από το εξωτερικό στην Κύπρο και δύο εμπειρογνώμονες καθηγητές ιατρικής, ο Βασίλειος Μακρόπουλος από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας της Ελλάδας και ο θεράποντας γιατρός της από το Λονδίνο, διευθυντής του Ινστιτούτου Νευρολογίας της Αγγλίας, επικεφαλής καθηγητής Νευρολογίας στο National Hospital for Neurology & Neurosurgery, Professor Michael G Hanna, ο οποίος είναι διεθνούς αναγνώρισης όπως έκανε παραδεκτό γεγονός και το ίδιο το δικαστήριο στην απόφασή του.
Η Ευδοκία Λοϊζου, παρουσιάζει μετεγκεφαλιτιδικό σύνδρομο. Έγινε επίσης αποδεκτό από το δικαστήριο ότι η ενάγουσα παρουσιάζει συμπτώματα συμβατά με ιογενή εγκεφαλίτιδα, θέση την οποία στήριξε σθεναρά επιστημονικά και πλήρως ενώπιον του δικαστηρίου ο καθηγητής Νευρολογίας Professor Michael G Hanna. Η δικαστής έκανε παραδεκτό γεγονός ότι το πρόβλημα υγείας της Ευδοκίας Λοΐζου είναι σπάνιο, ακραίο, και πολύπλοκο περιστατικό.
Όλοι οι μάρτυρες της δημοσιογράφου άφησαν θετικές εντυπώσεις στο δικαστήριο σε αντίθεση με τον μοναδικό γιατρό μάρτυρα του ΡΙΚ Ελπιδοφόρο Σωτηριάδη, ο οποίος ανέφερε ανεπιτυχώς ότι δεν υπήρχε κανένας αιτιολογικός παράγοντας πρόκλησης ασθένειας στην Ευδοκία. Αν και μη ειδικός νευρολόγος αμφισβήτησε και πάλι ανεπιτυχώς όλους τους γιατρούς για την διάγνωση τους ενώ αυτός έπεσε σε αντιφάσεις. Αξιοσημείωτες είναι και οι αυστηρές επισημάνσεις του δικαστηρίου αναφορικά με τις ειδικές αναφορές του Ελπιδοφόρου Σωτηριάδη στον τρόπο που η Ευδοκία Λοΐζου ήταν ντυμένη ως και τις απαράδεκτες, αναφορές του για την προσωπική της ζωή. Δεν έχει πείσει το δικαστήριο όπως ανέφερε η δικαστής ότι όσα έχει αναφέρει ενώπιον του δικαστηρίου είναι βασισμένα σε επαγγελματική άποψη τεκμηριωμένη ενός γιατρού.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Φιλελεύθερου, το δικαστήριο ανέφερε ότι οι μάρτυρες του Τμήματος Επιθεώρησης ήταν απόλυτοι πως η πηγή κινδύνου, όσον αφορούσε γάτους, ψύλλους, περιστέρια, έπρεπε να απομακρυνθεί πάση θυσία και όχι να γίνουν προσπάθειες ψεκασμού απολύμανσης των εγκαταστάσεων τα οποία θεώρησε ημίμετρα. Αποτελεί εύρημα του δικαστηρίου και προς τούτο έχουν κατατεθεί και σωρεία τεκμηρίων ότι το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας έκανε επισταμένους ελέγχους στα υποστατικά του ΡΙΚ. Οι λειτουργοί του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας ανέφεραν στο δικαστήριο ότι οι έλεγχοι που έχουν γίνει ήταν δυσανάλογα πολλοί.
Ο ένας εκ των δύο πρώην διευθυντών του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας που μαρτύρησαν στο δικαστήριο ανέφερε ότι από το 2000 μέχρι και το 2012 έγιναν 43 επιθεωρήσεις από το Τμήμα και είναι οι πιο πολλές επιθεωρήσεις που έχουν γίνει ποτέ σε υποστατικό που εργάζονται υπάλληλοι. Ανέφερε ότι το κτίριο του ΡΙΚ ήταν άρρωστο και τόνισε ότι ήταν από τις χειρότερες εγκαταστάσεις κτιρίων που έχει δει ποτέ.
Λειτουργός από το λογιστήριο του ΡΙΚ η οποία κλήθηκε να δώσει την πλήρη εικόνα των απολαβών της ενάγουσας, τόνισε ότι η δημοσιογράφος ακόμη και σήμερα είναι υπάλληλος του ΡΙΚ, περιλαμβάνεται στο μισθολόγιο του ιδρύματος χωρίς βεβαίως να λαμβάνει μισθό.