Ίσως είναι από τις λίγες φορές που θυμάμαι τόσο καθαρά πού βρισκόμουν σε μια συγκεκριμένη ημερομηνία. Βρισκόμουν σε διακοπές στη Λεμεσό, απολαμβάνοντας την ηρεμία της παραμονής του Δεκαπενταύγουστου. Ο ήλιος έκαιγε, η θάλασσα γαλήνια, και η ατμόσφαιρα ήταν γεμάτη από τις χαλαρές συζητήσεις και τα γέλια της παρέας.
ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΕΛΕΚΑΝΟΥ
Όμως, αυτή η ηρεμία γρήγορα διαλύθηκε όταν έφτασαν τα πρώτα νέα για το αεροπορικό δυστύχημα. Κάποιοι το ανέφεραν αόριστα, σαν φήμη…Στην παρέα μας ήταν ένα άτομο που εργαζόταν στις Κυπριακές Αερογραμμές. Η αγωνία του άρχισε να μας κυριεύει όλους. Τα τηλεφωνήματα άρχισαν να πέφτουν βροχή, η αναμονή για να μάθουμε τι είχε συμβεί ήταν βασανιστική. Κανείς δεν ήξερε κάτι σίγουρο, κι όμως όλοι φοβόμασταν το χειρότερο.
Τα τηλεφωνήματα άρχισαν να πέφτουν βροχή, η αναμονή για να μάθουμε τι είχε συμβεί ήταν βασανιστική.
Και τότε, όταν επιβεβαιώθηκε η τραγωδία, η σιωπή έπεσε βαριά πάνω μας. 121 ψυχές είχαν χαθεί. Ανάμεσά τους και παιδιά. Η συνειδητοποίηση ότι οι άνθρωποι αυτοί, οι οικογένειες, οι φίλοι, δεν θα επέστρεφαν ποτέ σπίτι τους, ήταν σαν μαχαιριά στην καρδιά. Όσο κι αν προσπαθούσαμε να φανταστούμε τον πόνο των συγγενών τους, ήταν αδύνατο να το συλλάβουμε πλήρως.
Η μέρα εκείνη, αν και πέρασαν 19 χρόνια, παραμένει ζωντανή στη μνήμη μου. Είναι μια υπενθύμιση της ευθραυστότητα της ζωής, της απώλειας και της βαθιάς θλίψης που μπορεί να φέρει η μοίρα. Η σκέψη μας είναι με τους συγγενείς των θυμάτων, που κάθε χρόνο τέτοια μέρα ξαναζούν τον εφιάλτη τους.
Στις 12:05 το μεσημέρι της 14ης Αυγούστου 2005, ο χρόνος πάγωσε.
Το αεροσκάφος της εταιρείας Ήλιος, ένα Boeing 737-31S, συνετρίβη στην ορεινή περιοχή του Γραμματικού, σβήνοντας μέσα σε λίγα λεπτά 121 ζωές. Ήταν μια από τις πιο τραγικές στιγμές στην ιστορία της αεροπορίας στην Κύπρο, ένα γεγονός που βύθισε στο πένθος όχι μόνο τις οικογένειες των θυμάτων, αλλά και ολόκληρη την Κύπρο και την Ελλάδα.