Από ανέκαθεν, η Ρούλα Γεωργιάδου είχε το δικό της ξεχωριστό στιλ γραφής. Κάποιοι το λάτρευαν, ενώ άλλοι θεωρούσαν ότι ήταν υπερβολικά αληθινό για να αγγίξει την πραγματικότητα. Παρ’ όλα αυτά, μέσα από τα γραφόμενά της, η Ρούλα Γεωργιάδου αποκαλύπτει έναν εσωτερικό κόσμο που δεν έχει αλλάξει πολύ, με τα συναισθήματά της να έχουν απλώς «παγώσει».
Η Ρούλα δεν είναι μίζερη. Αντίθετα, είναι μια γυναίκα που έχει βιώσει όλες τις ευχάριστες και δυσάρεστες καταστάσεις της ζωής. Έχει αποκτήσει εμπειρίες, έκανε λάθη, άκουσε και βοήθησε αλλά και πλήγωσε ανθρώπους, ποτέ δεν ζούσε για τα «πρέπει» και τα «μη». Γύρω μας υπάρχουν άνθρωποι που πέρασαν από τη ζωή μας, πήραν αυτό που ήθελαν και έφυγαν με απλά προγραμματισμένα βήματα. Άτομα που ενώ τα θεωρούσαμε δικά μας, δεν έμειναν στα δύσκολα. Ωστόσο, μερικά άτομα, που δεν ξέραμε καν ότι ήταν τόσο κοντά μας, παρέμειναν δίπλα μας στις πιο δύσκολες στιγμές.
Σελίδα 437 ΣΙΩΠΗ- (γιατί είναι κάποιοι άνθρωποι που απλώς ξέρεις ότι πάντα είναι εκεί)
Μια τυχαία συνάντηση σε έναν διάδρομο του σούπερ μάρκετ αποτελεί μια μορφή «μικρού θαύματος» για τη Ρούλα Γεωργιάδου, καθώς της προσφέρει μια στιγμή ανθρώπινης επαφής και κατανόησης που τόσο χρειάζεται. Παρόλο που γνωρίζει ότι δεν θα γίνουν ποτέ στενοί φίλοι, αυτή η σύντομη συζήτηση της δίνει την αίσθηση ότι δεν είναι εντελώς μόνη και ότι υπάρχουν άνθρωποι που, έστω και περιστασιακά, μπορούν να προσφέρουν στήριξη και ανακούφιση.
Τα γραφόμενα της αναδεικνύουν τη σημασία των τυχαίων, μικρών στιγμών στη ζωή μας, που μπορούν να προσφέρουν παρηγοριά και δύναμη, ακόμη και αν προέρχονται από άτομα που δεν είναι κοντά μας. Αυτές οι στιγμές μας θυμίζουν την αξία της ανθρώπινης σύνδεσης και της κατανόησης, ειδικά σε περιόδους που αισθανόμαστε απομονωμένοι και ευάλωτοι.
Η Ρούλα μέσα από τη γραφή της αναδεικνύει αυτή την πραγματικότητα, αποτυπώνοντας τις εμπειρίες και τα συναισθήματά της με τρόπο που καθρεφτίζει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης και των σχέσεων. Δείχνει πως, παρά τις προδοσίες και τις απογοητεύσεις, η αληθινή αξία βρίσκεται στις απρόσμενες στηρίξεις και στις σχέσεις που αναπτύσσονται αθόρυβα αλλά σταθερά.
«Περνάει κάτι δικά της ζόρια τελευταίως. Δεν ξέρει για πιο λόγο “πάγωσαν” τα συναισθήματα της. Ο πόνος, η χαρά, η λύπη, τα όνειρα, η όρεξη για δημιουργία, για καινούργια ξανοίγματα, τα όνειρα για διακοπές…
Ή μάλλον ξέρει και ποιος και γιατί της φρέναρε το πάθος της για δουλειά. Είχε κάμποσες μέρες να βγει από το σπίτι. Ανήκει και στους ευάλωτος πανάθεμα την. Εδώ και ένα μήνα της ήρθε και κάτι καινούργιο. Δεν κλείνουν τα μάτια της να ξεραθεί, να κοιμηθεί, να ξεχάσει.
Όταν λοιπόν άνοιξε το ψυγείο χθες ανακάλυψε ότι αφού δεν βγήκε καθόλου σώθηκαν οι προμήθειες και οι υπόλοιπες έλειψαν. Ήθελε κολασμένα ένα καφέ αφού με καφέ και…..ζει τελευταίως και νερό. Δεν είχε όρεξη να καταπιεί κάτι στέρεο. Μόνο λίγο δροσερό καρπούζι, ροδάκινα και κάτι σουρωμένα χρυσόμηλα.
Σύρθηκε μέχρι το μπάνιο άφησε το λυτρωτικό νερό να την αναζωογόνηση, φόρεσε ότι βρήκε, με σαγιονάρες, και μπήκε στο κοχλαστό αμάξι. Η θερμοκρασία από το δερμάτινο κάθισμα της έκαψε τη σάρκα κάπου όχι και τόσο ευχάριστα. Ευτυχώς πασαλείφτηκε με ένα μπουκάλι νερό που άρπαξε φεύγοντας από το ψυγείο. Έφτασε στο σουπερμάρκετ. Πέρασε από τη φρουταρία, το ψυγείο με τα γαλακτοκομικά, πήρε κανένα γιαουρτάκι, αναψυκτικά, παγωτό και τσουπ συναπάντησε ένα γνωστό της άνθρωπο από το συνάφι της στα media. Μπάκουρος και αυτός ένα πάνω κάτω τα ίδια πράγματα αγόραζαν. Χωρίς λόγο και αιτία γέμισαν λίγα δάκρυα στα μάτια της. Δεν υπήρξαν ποτέ φίλοι, πότε κολλητοί, πότε δεν βγήκαν για καφέ, πότε δεν αντάλλαξαν μύχιες σκέψεις τους. Μάλλον συγκρατημένοι ο ένας απέναντι στον άλλο πάνω από μια 20ετία που ήδη γνωρίζονταν.
Όμως ένιωσαν και οι δύο ότι χρειάζονταν έναν άνθρωπο να μιλήσουν έστω και για 10 λεπτά ανάμεσα στις σάλτσες, τα πατατάκια και το ψυγείο με τα έτοιμα γεύματα του microwave. Τα λόγια και από τους δύο άρχισαν να βγαίνουν αβίαστα για το κοινό τους πάθος. Την εργασιομανία, που ένοιωθαν άχρηστοι αφού δεν είχαν γυρίσματα και καθημερινή ενασχόληση. Το παιδί χαλάρωνε λίγο για ραδιόφωνο και αυτή ανακάλυψε ότι άκουγε τη φωνή της μέσα στο σπίτι μόνο αν κάποιος την έπαιρνε τηλέφωνο..
Είπαμε φίλοι δεν υπήρξαν πότε. Όμως κάποιες συγκυρίες την κατάλληλη στιγμή σου στέλνουν μπροστά σου μια αφύπνιση. Φίλος δεν είναι εκείνος που σου λέει αυτά που θέλεις να ακούσεις, που σου λέει να κάνεις υπομονή όταν πονάς, που σε ακούει και έχει (λέμε τώρα) αγνή πρόθεση για σένα.
Σε αυτό βρεθήκαμε και τίποτα άλλο. Σε ένα διάδρομο στο σουπερμάρκετ! Διάβασα κάπου ότι αυτό το ονομάζουμε μικρά θαύματα, όταν στο δρόμο σου είσαι στα κάτω σου, τα ονομάζεις κοντινές ψυχές. Ξέρω ότι δεν θα πιούμε πότε ένα καφέ, δεν θα φάμε πότε ένα σουβλάκι παρέα, δεν δεν.. Ήταν αρκετά εκείνα τα 10λ ξαλαφρώματος που μπορούσε να σου τα χαρίσει ένας κολλητός άνθρωπος και ΔΕΝ το έκανε. Σ ευχαριστώ που σκόνταψαν τυχαία οι ψυχές μας».