Ανησυχητικά είναι τα ευρήματα πρόσφατης παγκόσμιας έρευνας, στην οποία συμμετείχε και η Κύπρος, σχετικά με την πίεση που αισθάνονται οι μαθητές από το σχολείο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, 6 στους 10 μαθητές στη Κύπρο δηλώνουν ότι βιώνουν σημαντική πίεση λόγω των σχολικών απαιτήσεων.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 57% των παιδιών στην Κύπρο δήλωσαν πως αισθάνονται πιεσμένα από το σχολείο, ποσοστό που ξεπερνά κατά πολύ το αντίστοιχο διεθνές 43%. Η έρευνα αναδεικνύει μια αξιοσημείωτη ανισορροπία ως προς το φύλο, καθώς τα κορίτσια αισθάνονται περισσότερη πίεση συγκριτικά με τα αγόρια. Οι παράγοντες που συντελούν σε αυτό το φαινόμενο περιλαμβάνουν τις υψηλές προσδοκίες που συχνά συνοδεύουν την ακαδημαϊκή πορεία των κοριτσιών, τις κοινωνικές πιέσεις για επιτυχία και την αυξημένη συναισθηματική ευαισθησία που επιβαρύνει τη διαχείριση του άγχους.
Η διεθνής έρευνα Health Behaviour in School-aged Children (HBSC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) (http://keea-hbsc.pi.ac.cy/hbsc/) διεξάγεται κάθε τέσσερα χρόνια και παρέχει διεθνή συγκριτικά στοιχεία σχετικά με την υγεία, την ποιότητα ζωής, το κοινωνικό περιβάλλον και τις συμπεριφορές υγείας παιδιών σχολικής ηλικίας (11, 13 και 15 χρόνων). Έχει αναγνωριστεί διεθνώς ως μια έγκυρη πηγή πληροφοριών για θέματα υγείας των εφήβων υιοθετώντας τη θέση ότι η υγεία περικλείει φυσικές, κοινωνικές αλλά και συναισθηματικές πτυχές.
H έρευνα πραγματοποιείται από το 1983 και σε αυτή συμμετέχουν περίπου 50 χώρες διεθνώς.
Μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου (#290/2018) η έρευνα τέθηκε υπό την αιγίδα των Υπουργείων Υγείας και Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας (ΥΠΑΝ), ενώ η υλοποίηση της γίνεται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης (ΚΕΕΑ), του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου του ΥΠΑΝ. Η πιλοτική έρευνα διεξήχθη τον Δεκέμβριο του 2018, με τη συμμετοχή 1.182 μαθητών και μαθητριών από 61 σχολεία. Ακολούθησε η κύρια έρευνα, κατά την περίοδο Νοεμβρίου 2021 – Απριλίου 2022, στην οποία συμμετείχαν 4.818 μαθητές και μαθήτριες από 212 σχολεία, δημόσια και ιδιωτικά. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν μέσω ηλεκτρονικών ερωτηματολογίων, τα οποία χορηγήθηκαν σε μαθητές και σχολεία.
- Το 57% των μαθητών στην Κύπρο δηλώνουν πως αισθάνονται πίεση από το σχολείο, έναντι 43% διεθνώς.
- Τα κορίτσια φαίνεται να βιώνουν μεγαλύτερη πίεση από τα αγόρια: 62% των κοριτσιών έναντι 52% των αγοριών. Διεθνώς, τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 50% και 38%.
- Η πίεση αυξάνεται με την ηλικία:
- 27% των 11χρονων παιδιών στην Κύπρο νιώθουν πίεση, ενώ το ποσοστό εκτοξεύεται σε 68% για τα 13χρονα και 72% για τα 15χρονα.
- Διεθνώς, τα ποσοστά για τις ίδιες ηλικιακές ομάδες είναι 30%, 47% και 52%, αντίστοιχα.
Στην Κύπρο, τα παιδιά από υψηλά κοινωνικοοικονομικά επίπεδα, ιδιαίτερα τα κορίτσια, δηλώνουν ότι αισθάνονται περισσότερη πίεση, γεγονός που συνδέεται με τις αυξημένες απαιτήσεις και προσδοκίες. Διεθνώς, ωστόσο, δεν παρατηρείται τέτοια σύνδεση. Τα αποτελέσματα της έρευνας καταδεικνύουν την ανάγκη για ουσιαστικές παρεμβάσεις, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η ενίσχυση της ψυχικής και συναισθηματικής υγείας των παιδιών και εφήβων απαιτεί συντονισμένες δράσεις σε πολλαπλά επίπεδα. Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί, αλλά και το εκπαιδευτικό σύστημα συνολικά μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση των πιέσεων που βιώνουν οι μαθητές.
Η ανάπτυξη προγραμμάτων που ενισχύουν τις δεξιότητες των γονέων, ειδικά στη διαχείριση εφήβων, είναι ουσιαστική. Οι γονείς χρειάζονται καθοδήγηση και εργαλεία για να δημιουργούν υγιείς σχέσεις με τα παιδιά τους, προσφέροντας υποστήριξη και κατανόηση.
Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στη διαχείριση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν τα έφηβα κορίτσια, τα οποία συχνά βιώνουν υψηλότερα επίπεδα πίεσης.
Τα σχολεία μπορούν να γίνουν χώροι ενδυνάμωσης μέσω προληπτικών παρεμβάσεων που στοχεύουν στην ανάπτυξη κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων. Προγράμματα που προάγουν την αυτοεκτίμηση, τη διαχείριση άγχους και τη συνεργασία μεταξύ των μαθητών είναι απαραίτητα για τη δημιουργία ενός θετικού και υποστηρικτικού περιβάλλοντος.
Η οικονομική ανισότητα συχνά δημιουργεί εμπόδια στην ψυχική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Πολιτικές που στοχεύουν στη μείωση αυτών των ανισοτήτων, όπως οικογενειακά επιδόματα ή υποστηρικτικές δράσεις για τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα, μπορούν να έχουν θετική επίδραση στις σχέσεις μεταξύ παιδιών και οικογενειών. Η δημιουργία σχολικών περιβαλλόντων που προάγουν τη σφαιρική υγεία και ευεξία είναι ζωτικής σημασίας. Τα σχολεία πρέπει να ενσωματώνουν αξίες όπως η συμπερίληψη, η αποδοχή και η ενίσχυση των προσωπικών δυνατοτήτων κάθε παιδιού, κάνοντάς τα πιο φιλικά και υποστηρικτικά για όλους.
Οι εκπαιδευτικοί αποτελούν βασικούς συμμάχους των μαθητών, αλλά χρειάζονται χρόνο και πόρους για να υποστηρίξουν αποτελεσματικά τις ανάγκες τους. Η ενίσχυση της κατάρτισής τους και η παροχή εργαλείων για τη διαχείριση των απαιτήσεων του σχολείου μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα της εκπαιδευτικής εμπειρίας.
Οι παραπάνω προσεγγίσεις δεν αποτελούν απλώς μέτρα παρέμβασης αλλά και επένδυση στο μέλλον της κοινωνίας. Μια συντονισμένη προσπάθεια που εμπλέκει γονείς, εκπαιδευτικούς και την ευρύτερη κοινότητα μπορεί να μειώσει τις πιέσεις που αισθάνονται τα παιδιά και να ενισχύσει την ψυχική τους υγεία, προετοιμάζοντας τα για έναν κόσμο γεμάτο προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: