Αντιδράσεις προκαλεί για ακόμη μία φορά η υπόθεση κακοποίησης δύο ανήλικων παιδιών, ηλικίας 5 και 6 ετών, στη Λάρισα. Η Κύπρια μητέρα, κρίθηκε προφυλακιστέα μετά την απολογία της. Οι γιατροί τη χαρακτήρισαν ως πρόσωπο με ενοχική και αντιφατική στάση, ενώ τα παιδιά περιέγραψαν εικόνες κόλασης πίσω από τις κλειστές πόρτες του σπιτιού τους.
ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΕΛΕΚΑΝΟΥ
Η ιστορία αποκαλύφθηκε όταν η γιατρός του νοσοκομείου Λάρισας, που εξέτασε τα παιδιά, κατέθεσε στις Αρχές. Το σώμα της μικρής ήταν γεμάτο εκδορές, καψίματα, πληγές και χρωματισμούς με… μαρκαδόρο. Το αγοράκι είχε αντίστοιχα σημάδια – ακόμη και στο πρόσωπο. Η ίδια η γιατρός αναγκάστηκε να τους αγοράσει φαγητό, καθώς η μητέρα, παρούσα και αδιάφορη, δεν αντέδρασε καν όταν τα παιδιά παραδέχθηκαν ότι πεινούσαν. Το κοριτσάκι έγνεψε καταφατικά όταν τη ρώτησαν αν τη χτυπά ο πατέρας της, ενώ στη συνέχεια έδειξε με το χέρι της την κίνηση κάποιου που σβήνει τσιγάρο, αφήνοντας να εννοηθεί ο τρόπος που της προκάλεσαν εγκαύματα. Ο αδελφός της, επίσης ανήλικος, φέρεται να ανέφερε τον «Γιάννη» ως τον άνθρωπο που του προκάλεσε βλάβη στο πρόσωπο, στοιχείο που οδήγησε στη σύγχυση εάν πρόκειται για τον πατέρα ή άλλο πρόσωπο.

Η μητέρα έδειξε αντιφατική στάση, αρχικά αρνούμενη οποιαδήποτε εμπλοκή, ενώ στη συνέχεια κατονόμασε τον πρώην σύζυγό της ως δράστη, περιγράφοντας ότι εισέβαλε στο σπίτι σε κατάσταση αμόκ, υπό την επήρεια ουσιών, και κακοποιούσε συστηματικά την ίδια και τα παιδιά με τα χέρια και με αναμμένο τσιγάρο, προκαλώντας εγκαύματα, πόνο και ψυχολογικό τραύμα. Η μητέρα, από την πλευρά της, επέμεινε ότι δεν φέρει ευθύνη, ότι υπήρξε και εκείνη θύμα, και πως ο πρώην σύζυγός της ήταν αυτός που προκάλεσε όλα τα τραύματα, σωματικά και ψυχικά.
Πιο βολικό να λέμε «δεν είναι δικά μας παιδιά». Πιο ανώδυνο να σιωπούμε. Τα κουτσομπολιά τρέχουν για υποθέσεις απιστίας και «ροζ»ιστορίες.
Αυτό που εξοργίζει δεν είναι μόνο το έγκλημα – είναι η σιωπή. Πώς φτάνουμε πάντα στο σημείο μηδέν για να ξυπνήσουμε; Πόσοι γνώριζαν; Πόσοι έβλεπαν σημάδια στο σχολείο, στη γειτονιά, στον ξενώνα φιλοξενίας όπου φιλοξενούνταν κατά καιρούς; Κανείς δεν μίλησε. Κανείς δεν ρώτησε. Κανείς δεν θέλησε να «ανακατευτεί». Γιατί, βλέπετε, είναι πιο «ευγενικό» να κοιτάμε τη δουλειά μας. Πιο βολικό να λέμε «δεν είναι δικά μας παιδιά». Πιο ανώδυνο να σιωπούμε. Τα κουτσομπολιά τρέχουν για υποθέσεις απιστίας και «ροζ»ιστορίες. Όταν όμως πρόκειται για παιδιά που ίσως κακοποιούνται μέρα με τη μέρα, η κοινωνία ενεργοποιεί έναν περίεργο διακόπτη “ιδιωτικότητας”. Λες και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια ενός παιδιού μπαίνει σε παύση μέχρι να γίνει… είδηση.
Αυτό που εξοργίζει δεν είναι μόνο το έγκλημα – είναι η σιωπή. Πώς φτάνουμε πάντα στο σημείο μηδέν για να ξυπνήσουμε; Πόσοι γνώριζαν; Πόσοι έβλεπαν σημάδια στο σχολείο, στη γειτονιά, στον ξενώνα φιλοξενίας όπου φιλοξενούνταν κατά καιρούς;
Αυτή τη φορά, η μάνα ήταν Κύπρια. Κι αυτό, για πολλούς, έκανε την υπόθεση πιο «δική μας», πιο κοντινή. Γιατί άραγε πρέπει να έχει κυπριακή ταυτότητα μια υπόθεση για να μας ταρακουνήσει; Δεν είναι όλα τα παιδιά όλων μας; Οι Αρχές οφείλουν να φτάσουν την έρευνα μέχρι τέλους. Όμως η ευθύνη δεν σταματά στους θεσμούς. Ανήκει σε όλους μας. Στους πολίτες που βλέπουν, ακούν, υποψιάζονται αλλά δεν τολμούν να μιλήσουν. Που ανησυχούν, αλλά προτιμούν να μη “χαλάσουν τις σχέσεις” με τη γειτονιά. Που επιλέγουν τη σιωπή, όταν η φωνή τους θα μπορούσε να σώσει μια ζωή. Για άλλη μια φορά, συγκλονιστήκαμε όταν ήταν πια αργά. Μιλήσαμε εκ των υστέρων. Και σιωπήσαμε την ώρα που μπορούσαμε να προλάβουμε το κακό.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: