Στην Κύπρο του 2025, οι αριθμοί μεγαλώνουν συνεχώς και στοιχειώνουν την κοινωνική μας συνείδηση. Πίσω από κάθε αριθμό κρύβεται ένα παιδί που φοβάται να μιλήσει. Ένα παιδί που ξυπνά μέσα στη νύχτα από εφιάλτες. Ένα παιδί που κουβαλά σημάδια που δεν φαίνονται, αλλά πονάνε.
Τα περιστατικά αυξάνονται σταθερά την τελευταία πενταετία, δείχνοντας πως η βία κατά των παιδιών δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο. Πώς μπορεί κάποιος να απλώνει τα χέρια του σε ένα παιδί; Ποια αρρωστημένη ευχαρίστηση βρίσκει, στερώντας την αθωότητά του, διαλύοντας την ψυχή του; Πόσες φορές πρέπει να επαναλάβουμε ότι αυτά τα παιδιά δεν φταίνε σε τίποτα; Πόσο ακόμα θα επιτρέπουμε να ζουν στον φόβο και στη σιωπή;
Η σεξουαλική κακοποίηση δεν είναι ντροπή του παιδιού. Είναι έγκλημα του ενήλικα.
Τα τελευταία χρόνια στην Κύπρο καταγράφεται ανησυχητική αύξηση στις καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ξεγυμνώνοντας μια σκληρή πραγματικότητα που δεν μπορούμε να αγνοούμε. Μόνο το 2023, έγιναν 469 αναφορές για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, σύμφωνα με στοιχεία της αστυνομίας και οργανώσεων όπως το Hope for Children. Το 2024 (έως τον Οκτώβριο) έχουν ήδη καταγραφεί 330 περιστατικά, με 258 επίσημες αστυνομικές καταγγελίες. Επιπλέον, 142 παιδιά βρήκαν το θάρρος να μιλήσουν απευθείας σε ειδικούς ερευνητές της Αστυνομίας, μέσα από την ειδική ομάδα «Υποθέσεις Ευάλωτων».

Τα στατιστικά δεν τελειώνουν εδώ: Από το 2018 έως το 2023, η αστυνομία δέχθηκε 1 552 αναφορές για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών και 1 910 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας με θύματα παιδιά. Από το 2017 έως το 2024, έχουν δηλωθεί πάνω από 1 860 περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, με 258 μόνο για το 2024, που αφορούν 263 παιδιά (187 κορίτσια, 76 αγόρια).
Το ενθαρρυντικό είναι ότι τα παιδιά αρχίζουν να μιλούν. Σπάνε τη σιωπή τους. Ζητούν βοήθεια. Και αυτό μας δίνει ελπίδα. Όμως, τα νούμερα παραμένουν σκληρά: Με πάνω από 1 500 καταγγελίες μέσα σε 5 χρόνια, η Κύπρος βρίσκεται σε κρίσιμη θέση. Τα φαινόμενα σεξουαλικής κακοποίησης αυξάνονται, και η κοινωνία δεν μπορεί να γυρίζει αλλού το βλέμμα.
Η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης των υπηρεσιών πρώτης γραμμής, εκπαίδευσης των επαγγελματιών, ολιστικής στήριξης των θυμάτων, και ουσιαστικής συνεργασίας όλων των φορέων. Και έχει δίκιο. Γιατί η προστασία των παιδιών δεν μπορεί να είναι μια τυπική δέσμευση σε χαρτιά. Πρέπει να είναι πράξη. Οι υπηρεσίες πρώτης γραμμής χρειάζονται ανθρώπους κατάλληλα εκπαιδευμένους, με ψυχραιμία και ευαισθησία, για να υποδεχτούν την αποκάλυψη ενός παιδιού, να το προστατεύσουν, να το στηρίξουν, να το οδηγήσουν σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Χρειάζονται οι κατάλληλες υποδομές, χρειάζεται συνεχής έλεγχος, χρειάζεται η κοινωνία να ξυπνήσει.
Είναι ανατριχιαστικό να διαβάζεις στατιστικές για περιστατικά κακοποίησης και να σκέφτεσαι πως πίσω από κάθε αριθμό κρύβεται μια παιδική ψυχή που μάτωσε. Είναι ανατριχιαστικό να γνωρίζουμε ότι τα περισσότερα περιστατικά συμβαίνουν από ανθρώπους που βρίσκονται κοντά στο παιδί, ακόμη και εντός της οικογένειας. Γι’ αυτό και η σιωπή είναι συνένοχη.
Ο καθένας μας έχει ευθύνη. Ευθύνη να παρατηρήσει, να ακούσει, να αναφέρει, να στηρίξει. Το σχολείο, το νοσοκομείο, ο γείτονας, το ευρύτερο περιβάλλον, δεν πρέπει να σιωπούν μπροστά σε υποψίες ή μαρτυρίες. Γιατί κάθε φορά που ένα παιδί κακοποιείται και κανείς δεν κάνει τίποτα, ο θύτης παίρνει δύναμη να συνεχίσει. Το κράτος πρέπει να προχωρήσει σε περισσότερους ελέγχους, να ενισχύσει τις δομές πρόληψης και στήριξης, να αυστηροποιήσει τις διαδικασίες προστασίας και παρακολούθησης των θυμάτων, να εξασφαλίσει ότι κάθε καταγγελία λαμβάνεται σοβαρά και αντιμετωπίζεται με τη δέουσα σοβαρότητα και ταχύτητα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: