28.8 C
Nicosia
Πέμπτη, 10 Ιουλίου, 2025
ΑρχικήNEWSΚΥΠΡΟΣ: Γίναμε αυτό που κάποτε κοροϊδεύαμε;-«Ρετουσαρισμένες ζωές-Χάσαμε την εμπιστοσύνη, χάσαμε την ανθρωπιά»

ΚΥΠΡΟΣ: Γίναμε αυτό που κάποτε κοροϊδεύαμε;-«Ρετουσαρισμένες ζωές-Χάσαμε την εμπιστοσύνη, χάσαμε την ανθρωπιά»

-

Θυμάσαι τότε που σχολιάζαμε τις ειδήσεις για βία σε άλλες χώρες; Που λέγαμε: «Μα καλά, πώς φτάνει κάποιος να σκοτώσει τον ίδιο του τον πατέρα;» Που γελούσαμε με τη φράση «Μη εμπιστεύεσαι ποτέ κανέναν», γιατί πιστεύαμε πως εδώ, στην Κύπρο, ήμασταν μακριά από όλα αυτά; Ε, λοιπόν, δεν είμαστε πια.

ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΕΛΕΚΑΝΟΥ

Τα τελευταία χρόνια, αλλάξαμε. Σταμάτησε να μας νοιάζει πού θα βγούμε για καφέ. Τώρα κοιτάμε πού θα βγούμε με ασφάλεια. Οι δρόμοι που παλιά γελούσαμε και κάναμε πλάκες, τώρα μοιάζουν απειλητικοί όταν πέσει το σκοτάδι. Ακόμη και στη Λήδρα, αν θες να περπατήσεις, το κάνεις με το άγχος να γυρίσεις σπίτι πριν νυχτώσει. Αν θες να κάτσεις για φαγητό, λες «ας πάρω με παρέα». Γιατί πια δεν εμπιστευόμαστε κανέναν. Ούτε τον ίδιο μας τον εαυτό. Η κρίση, η φτώχεια που σήκωσε κεφάλι στα σπίτια μας, η ανεργία, οι ουσίες, το αλκοόλ που έγινε παρηγοριά και κατάρα, το στρες που μας κατέτρωγε σιγά σιγά, οι πανδημίες που μας κλείσανε σπίτι και μας έκλεισαν την ψυχή.

Και κάπου εκεί, άρχισαν τα νέα που παγώνουν το αίμα σου: Γιος μαχαιρώνει τον πατέρα του. Μάνα σκοτώνει το παιδί της. Φίλος δολοφονεί φίλο. Βία παντού, καθημερινά. Και αναρωτιέσαι: Τι είναι αυτό που κάνει κάποιον να θέλει να σκοτώσει τον άνθρωπο που τον έφερε στη ζωή; Είναι το μίσος; Είναι η απόγνωση; Είναι οι ψυχικές ασθένειες που μείνανε χωρίς θεραπεία γιατί «σιγά, ντροπή να πας σε ψυχολόγο»; Ή μήπως χάσαμε την ανθρωπιά μας μέσα στον καναπέ και τα κοινωνικά δίκτυα;

Στο τέλος θα πουν: «Ο θύτης είχε ψυχική διαταραχή.» Και κάπως έτσι όλα καθαρίζουν. Τελεία. Η υπόθεση κλείνει, το ρεπορτάζ τελειώνει και εμείς συνεχίζουμε τις ζωές μας, μέχρι το επόμενο σοκ. Κανείς δεν θα αναρωτηθεί γιατί έφτασε ως εκεί. Κανείς δεν θα ψάξει τι έλειψε από αυτό το σπίτι, τι έλειψε από αυτή την κοινωνία, ποιες φωνές έπνιξε η σιωπή της οικογένειας, ποια γειτονιά αδιαφόρησε.

Η Κύπρος δεν ήταν ποτέ μια ψυχρή κοινωνία. Έπαρση, ναι, πάντα είχαμε – αλλά τώρα έχουμε ξεφύγει στο μέγιστο βαθμό. Νομίζουμε πως αν κατέχουμε μια θέση εξουσίας, μπορούμε να λέμε και να πράττουμε ό,τι θέλουμε, χωρίς να σκεφτόμαστε με το μυαλό αλλά μόνο με το συμφέρον μας. Κάποτε ήμασταν άνθρωποι που λέγαμε καλημέρα στον γείτονα, ακόμη και σε κάποιον άγνωστο. Τώρα, αν τολμήσεις να πεις «καλημέρα», μπορεί να σε κοιτάξει καχύποπτα. Κι αν δεν είναι καλά ψυχολογικά, να σε ρωτήσει με αγένεια γιατί του μιλάς – μου έχει τύχει και εμένα αυτό, πριν μερικά χρόνια.Στο τέλος, μπορεί να σε προσβάλει λέγοντάς σου: «Δεν σε ξέρω, κάτι θέλεις από μένα;» Κάποτε δίναμε από το υστέρημά μας σε κάποιον που είχε ανάγκη. Τώρα, προσπαθούμε να πληρώσουμε όσα χρωστάμε, παλεύοντας με τα έξοδα και τα δάνεια. Κι οι τράπεζες, μέρα με τη μέρα, μας πίνουν κυριολεκτικά το αίμα.

Αν ανεβάσουμε μια καλή, ρετουσαρισμένη φωτογραφία, γινόμαστε ξαφνικά πιο συμπαθητικοί, πιο ποθητοί. Αν, όμως, κάποιος μας δει από κοντά, αναρωτιέται ποιοι είμαστε πραγματικά. Δεν έχει σημασία αν έχουμε καμπούρα, μεγάλο στόμα, μύτη ή αν περπατάμε με τα ψηλοτάκουνα σαν την πάπια – δεν τους νοιάζει. Γιατί μας έχει φάει το κόμπλεξ και η ανασφάλεια. Γιατί μάθαμε να μετράμε την αξία μας με τα φίλτρα και τα likes.. Κρυβόμαστε πίσω από εικόνες, για να μην δουν οι άλλοι πόσο φοβόμαστε να φανούμε όπως πραγματικά είμαστε.

Τώρα, αν ρωτήσεις κάποιον «είσαι καλά;», μπορεί να σου απαντήσει: «Δεν θέλω να σου πω», δείχνοντάς σου πως δεν σου έχει εμπιστοσύνη. Παλιά, αυτό δεν συνέβαινε. Τι άλλαξε τελικά; Τώρα κλεινόμαστε στο σπίτι. Μπροστά σε μια οθόνη. Χαμένοι μέσα στις ειδοποιήσεις των κοινωνικών δικτύων, μετράμε τα likes, νομίζοντας ότι όσοι τα πατούν μας αγαπούν ή έστω μας συμπαθούν. Εκεί, όμως, είναι άλλο παπά ευαγγέλιο. Αν ανεβάσουμε μια καλή, ρετουσαρισμένη φωτογραφία, γινόμαστε ξαφνικά πιο συμπαθητικοί, πιο ποθητοί.
Αν, όμως, κάποιος μας δει από κοντά, αναρωτιέται ποιοι είμαστε πραγματικά.

Δεν έχει σημασία αν έχουμε καμπούρα, μεγάλο στόμα, μύτη ή αν περπατάμε με τα ψηλοτάκουνα σαν την πάπια – δεν τους νοιάζει. Γιατί μας έχει φάει το κόμπλεξ και η ανασφάλεια. Γιατί μάθαμε να μετράμε την αξία μας με τα φίλτρα και τα likes, αντί με την καλημέρα που δώσαμε σε έναν άγνωστο ή με το χαμόγελο που προσφέραμε σε έναν άνθρωπο που το είχε ανάγκη. Κρυβόμαστε πίσω από εικόνες, για να μην δουν οι άλλοι πόσο φοβόμαστε να φανούμε όπως πραγματικά είμαστε. Αυτό που βλέπουν στις φωτογραφίες τους αρκεί. Είναι «ωραίο» και «ποθητό». Κι εμείς, παίρνουμε μια μικρή δόση χαράς, νομίζοντας πως μας θαυμάζουν. Σιγά τώρα μην ασχοληθούμε με τον χαρακτήρα ή την ομορφιά που κρύβει η ψυχή του άλλου. Το θέμα μας είναι τι κρύβει και τι δείχνει η ρετουσαρισμένη φωτογραφία μας.

Αυτό που μένει είναι να μην το αφήσουμε να γίνει συνήθεια. Να μη δεχτούμε ότι η βία είναι το «νέο κανονικό». Να ζητήσουμε βοήθεια όταν πονάει η ψυχή μας, όπως θα ζητούσαμε για έναν πόνο στο χέρι. Να θυμηθούμε τι σημαίνει γειτονιά, τι σημαίνει «είμαι εδώ για σένα». Να μάθουμε ξανά να εμπιστευόμαστε, γιατί αν χάσουμε και αυτό, χάσαμε την ίδια μας την ψυχή. Γιατί, ξέρεις κάτι; Μπορεί όλα να έχουν αλλάξει, αλλά στο χέρι μας είναι να μείνουμε άνθρωποι, όπως μας δίδαξαν οι γονείς και οι παππούδες μας.

Αυτό δεν θα το αφήσουμε να μας το πάρει κανείς.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

- Advertisment -

πρεπει να διαβασετε: